Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Η ακτινογραφια της Υγειας στη Θεσσαλια



Η αναβάθμιση των υπηρεσιών πρωτοβάθμιας υγείας, η προστασία της δημόσιας υγείας και
ο εκσυγχρονισμός των κτιριακών υποδομών και του τεχνικού εξοπλισμού των νοσοκομείων των περιφερειακών ενοτήτων, αποτελούν το τρίπτυχο βάσει του οποίου οι υπηρεσίες υγείας στη Θεσσαλία, θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν και να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες των κατοίκων.
Επιπρόσθετα, πέραν των τραγικών ελλείψεων που παρουσιάζει συνολικά το ΕΣΥ, στη Θεσσαλία συντρέχουν επιπλέον παράγοντες επιβάρυνσης της δημόσιας υγείας, που σχετίζονται με την εκτεταμένη, πολύχρονη και αλόγιστη χρήση βλαβερών φυτοφαρμάκων. Η συσσώρευση στο έδαφος και κυρίως στο υπέδαφος των υπολειμμάτων των χημικών ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν για δεκαετίες επιβαρύνουν σημαντικά τις περιβαλλοντικές
συνθήκες της ευρύτερης περιοχής και κατ’ επέκταση επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την υγεία των κατοίκων. Ενώ, όπως προκύπτει βασικές αιτίες θνησιμότητας είναι οι καρδιαγγειακές παθήσεις και τα κακοήθη νεοπλάσματα.
Τα παραπάνω αποτελούν το κεντρικό συμπέρασμα έρευνας-μελέτης διερεύνησης του επιπέδου Υγείας των αναγκών αναδιαμόρφωσης των Υπηρεσιών Υγείας στη Θεσσαλία, η οποία εκπονήθηκε από την GPO, για λογαριασμό της Περιφέρειας και είναι η πρώτη φορά που προσεγγίζεται εμπεριστατωμένα συνολικά το θέμα της Υγείας στην Θεσσαλία. Εκπονήθηκε δε, καθώς υπήρχε η προοπτική η Περιφέρεια να αναλάβει τη διαχείριση των νοσοκομειακών μονάδων και, όπως σχολιάζει ο περιφερειάρχης Κώστας Αγοραστός ήθελε να «υπάρχει μία συνολική εικόνα προκειμένου να χαραχθεί η σχετική
στρατηγική». Τελικά η αρμοδιότητα δεν πέρασε στις αιρετές Περιφέρειες αλλά η μελέτη παρέμεινε ως ένα χρήσιμο εργαλείο το οποίο όπως σχολιάζει ο περιφερειάρχης, θα βοηθήσει και στο μέλλον καθώς τα έργα της Υγείας περνάνε από το ΕΣΠΑ. Ενώ, όπως επισημαίνει στη μεγάλη κρίση που μαστίζει τη χώρα οι πολίτες πλήττονται άμεσα και από τη μείωση των παροχών υγείας.
Όπως τονίζεται, στο πλαίσιο της έρευνας, η πρόκληση της αναδιοργάνωσης των υπηρεσιών υγείας με όρους σύγχρονους και δημιουργικούς, αποτελεί βασική προτεραιότητα και προϋπόθεση για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Περιφέρειας Θεσσαλίας που σχετίζονται με το περιβάλλον, την επιχειρηματικότητα και το ανθρώπινο δυναμικό.
Στο πλαίσιο της έρευνας εξετάζονται διεξοδικά τόσο οι απόψεις των πολιτών για το επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας στην Περιφέρεια, όσο και των παραγόντων υγείας.
ΟΙ «ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ»
Όπως αναφέρεται η ανάγκη του ελληνικού πληθυσμού για υγεία σε εθνικό επίπεδο μπορεί να αποτυπωθεί από το φορτίο ασθένειας της χώρας. Το φορτίο ασθένειας στην Ελλάδα δεν διαφέρει σημαντικά από αυτό των υπόλοιπων ανεπτυγμένων χωρών, με τα νοσήματα του κυκλοφορικού και τον καρκίνο να αποτελούν τις σοβαρότερες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, το σύνολο των θανάτων στην Ελλάδα οφείλονται κατά 48% σε καρδιαγγειακές παθήσεις και κατά 25% σε κακοήθη νεοπλάσματα.
Ενώ οι μείζονες παράγοντες θνησιμότητας στην Ελλάδα είναι κατά σειρά προτεραιότητας εξωτερικοί παράγοντες (ακούσιοι και εκούσιοι τραυματισμοί), τα κακοήθη νεοπλάσματα, και οι παθήσεις του κυκλοφορικού οι οποίοι ευθύνονταν το έτος 2004 για 918,838 και 695 χαμένα έτη ζωής ανά 100.000 πληθυσμού, αντίστοιχα.
Επίσης, παράγοντες θνησιμότητας αλλά και νοσηρότητας για το ίδιο έτος αποτέλεσαν τα καρδιαγγειακά νοσήματα, οι νευροψυχιατρικές παθήσεις και τα κακοήθη νεοπλάσματα, αντιπροσωπεύοντας 306.000, 289.000 και 210.000 σταθμισμένα λόγω αναπηρίας έτη ζωής, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, καθίσταται εμφανές ότι οι παθήσεις του κυκλοφορικού καθώς και τα κακοήθη νεοπλάσματα αποτελούν τους μείζονες παράγοντες θνησιμότητας και νοσηρότητας στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ανάγκη του πληθυσμού για φροντίδα υγείας για την αντιμετώπιση των εν λόγω παθήσεων και υποδεικνύει ταυτόχρονα τους τομείς όπου πρέπει να προσανατολιστούν οι δαπάνες ώστε να βελτιωθεί η επίδοση του συστήματος στην αντιμετώπιση των συγκεκριμένων παθήσεων.
ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Σε επίπεδο Περιφέρειας Θεσσαλίας, προκειμένου να καταδειχτεί ο δείκτης αυτοεκτίμησης της υγείας διενεργήθηκε έρευνα από την GPO σε δείγμα 2000 ατόμων της Περιφέρειας στρωματοποιημένο κατά Νομό, βαθμό αστικότητας, ηλικία και φύλο, στους οποίους ζητήθηκε να χαρακτηρίσουν την υγεία τους βαθμολογώντας την στην κλίμακα 0-100.
Σύμφωνα με τον δείκτη αυτοεκτίμησης της υγείας δεν υπάρχουν έντονες διαφοροποιήσεις μεταξύ των Νομών με τον δείκτη να κυμαίνεται μεταξύ 75,2 και 77,3 και τον μέσο όρο για την Περιφέρεια στο 76,6. Η Λάρισα προηγείται με 77,3, ακολουθεί η Μαγνησία με 76,9, τα Τρίκαλα με 75,8 και η Καρδίτσα με 75,2.
Οι ανάγκες υγείας σε τοπικό επίπεδο και πιο συγκεκριμένα σε επίπεδο υγειονομικής περιφέρειας και νομού εμφανίζονται διαφοροποιημένες, αποκλίνοντας σε αρκετές περιπτώσεις αρκετά από τον μέσο όρο του δείκτη που χρησιμοποιήθηκε για την αναγνώρισή τους.
Εν κατακλείδι, το φορτίο ασθένειας όπως αυτό αποτυπώθηκε από τη σχετική ανάλυση (φαίνεται στον πίνακα που δημοσιεύεται) είναι ικανό να υποδείξει τους τομείς όπου οφείλεται να δοθεί υγειονομική προτεραιότητα και να κατευθυνθούν οι δαπάνες υγείας, ώστε να βελτιωθεί η επίδοση του συστήματος στην αντιμετώπιση των παθήσεων και να μειωθεί η θνησιμότητα.
ΖΗΤΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
Όσον αφορά στη ζήτηση των υπηρεσιών υγείας στη Θεσσαλία, όπως προκύπτει από την έρευνα της ΕΣΔΥ το 2011 σε στρωματοποιημένο δείγμα 6.567 ατόμων η οποία εκτίμησε τον αριθμό των κατά κεφαλή επισκέψεων σε μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας προκύπτει ότι η ζήτηση για υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας είναι αρκετά διαφοροποιημένη μεταξύ των περιοχών.
Όπως προκύπτει από την παρατήρηση των ευρημάτων της έρευνας οι κατά κεφαλή επισκέψεις εμφανίζονται έντονα διαφοροποιημένες μεταξύ των νομών της Θεσσαλίας. «Πρωταθλήτρια» η Μαγνησία, όπου οι επισκέψεις ανέρχονται σε 14,38, και ακολουθούν η Καρδίτσα με 8,81, η Λάρισα με 8,14 και τα Τρίκαλα με 6,95 πάντα σε ετήσια βάση.
Η διαφοροποίηση στη ζήτηση για πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, όπως ορίζει και η συνάρτηση ζήτησης υπηρεσιών υγείας, μπορεί να εξηγηθεί από τη συνδυαστική επιρροή των παραγόντων που τη διαμορφώνουν όπως οι δημογραφικοί παράγοντες της εκάστοτε περιοχής, το εισόδημα, το επίπεδο μόρφωσης, το επίπεδο υγείας, και η διαθεσιμότητα των υπηρεσιών.
Ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας αποτελεί και η ροή ασθενών προς ικανοποίηση των αναγκών και της ζήτησής τους από το νομό μόνιμης διαμονής τους σε νοσηλευτικά ιδρύματα άλλων νομών και συγκεκριμένα προς τους νομούς που δραστηριοποιούνται τα πανεπιστημιακά νοσοκομεία της χώρας.
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ
Τον Σεπτέμβριο του 2010, η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας διενήργησε μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της αποδοτικότητας του συνόλου των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας. Οι εκτιμήσεις βασίστηκαν στα δεδομένα σχετικά με τους διαθέσιμους πόρους ανά νοσοκομείο και τις παραγόμενες υπηρεσίες. Ως βασικές μεταβλητές των συντελεστών παραγωγής (εισροών) χρησιμοποιήθηκαν οι αριθμοί των ιατρών, του λοιπού προσωπικού και των κλινών ανά νοσοκομείο, καθώς και τα βασικά λειτουργικά έξοδα για κάθε νοσηλευτικό ίδρυμα. Ως εκτιμήτριες των εκροών χρησιμοποιήθηκαν οι αριθμοί των νοσηλευθέντων ασθενών, των ασθενών στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και των ασθενών στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία. Η ανάλυση αφορούσε το οικονομικό έτος 2009 και το πρώτο εξάμηνο του έτους 2010 (τελευταία διαθέσιμα δεδομένα).
Από τα αποτελέσματα της ανάλυσης για το έτος 2009 και για το πρώτο εξάμηνο του 2010, προέκυψαν τα ακόλουθα:
* Αναφορικά με τα δευτεροβάθμια νοσοκομεία, η κατάσταση είναι διττή: αρκετά εξ αυτών παρουσιάζουν υψηλή αποτελεσματικότητα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, η αποδοτικότητα του ιδρύματος είναι εξαιρετικά χαμηλή.
* Ενώ, όσον αφορά τα Νοσοκομεία - Κέντρα Υγείας, η εικόνα εμφανίζεται θετική ως προς μεγάλο μέρος αυτών.
Στις περιπτώσεις των Νοσοκομείων – ΚΥ φαίνεται πως υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες διαμόρφωσης οικονομιών φάσματος, μέσω μεταβολής του προϊόντος και κατεύθυνσής του προς τη φροντίδα πρώτης επαφής (πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας).
Ενώ, όπως προκύπτει από την έρευνα το 40% του πληθυσμού έχει ανάγκη για υπηρεσίες δημόσιας υγείας, το 30% για υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, το 20% για δευτεροβάθμιες υπηρεσίες υγείας και μόλις το 10% το πληθυσμού χρήζει τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Εξάλλου για την αποτύπωση της προσφοράς πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας συλλέχθηκαν στοιχεία από την ΕΛ.ΣΤΑΤ για το έτος 2009 σχετικά με τους καταγεγραμμένους ιατρούς που παρέχουν πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας σε κάθε νομό της χώρας.
Σύμφωνα με αυτά για τη Θεσσαλία και υπολογίζοντας γιατρούς ανά 1000 κατοίκους προκύπτουν τα ακόλουθα: στην Καρδίτσα ανά χίλιους κατοίκους αντιστοιχεί 1,95... γιατρός, στη Λάρισα 3,58, στη Μαγνησία 3,81 και στα Τρίκαλα 3,12.
ΤΙ ΔΗΛΩΣΑΝ ΓΙΑΤΡΟΙ- ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ
Στο πλαίσιο της έρευνας ζητήθηκε και η γνώμη από τυχαίο δείγμα 200 γιατρών και νοσηλευτών με τη μέθοδο των προσωπικών τηλεφωνικών συνεντεύξεων σε ό,τι αφορά στην αξιολόγηση των υπηρεσιών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας περίθαλψης στους τέσσερις νομούς της Θεσσαλίας.
Ενώ ζητήθηκαν και οι παράμετροι που αφορούν στην κάλυψη των αναγκών υγείας στην περιοχή. Επίσης οι ερωτώμενοι υπέβαλαν και προτάσεις στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης των υπηρεσιών υγείας, με βάση την εμπειρία του καθενός. Τα αναλυτικά αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάζονται διαγραμματικά στο τρίτο μέρος της παρούσης μελέτης.
Συμπερασματικά προέκυψαν τα ακόλουθα:
* Πολύ και αρκετά ικανοποιητικό κρίνει το επίπεδο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης στη Θεσσαλία το 44,3% του ιατρικού προσωπικού της περιοχής. Καλύτερη είναι η εικόνα ανάμεσα στους γιατρούς των νομών Καρδίτσας και Λάρισας, ενώ σημαντική είναι και η διαφοροποίηση που εμφανίζεται μεταξύ των γιατρών του δημοσίου τομέα (51,9%) και του ιδιωτικού (41,5%).
* Στα ίδια περίπου ποσοστά κινούνται και οι απόψεις για επίπεδο της νοσοκομειακής περίθαλψης, όπου το 42,3% τη θεωρεί πολύ και αρκετά ικανοποιητική έναντι 52% που την κρίνει ως λίγο και καθόλου ικανοποιητική.
Σημαντικές εμφανίζονται οι διακυμάνσεις εντός των νομών, όπου το 50% των γιατρών της Καρδίτσας θεωρεί το επίπεδο της νοσοκομειακής περίθαλψης ικανοποιητικό, τη στιγμή που στον νομό Τρικάλων το ποσοστό αυτό είναι στο 28,6%.
Σημαντικές και οι αποκλίσεις μεταξύ των δημόσιων και ιδιωτικών γιατρών, με τα ποσοστά ικανοποίησης να διαμορφώνονται στο 55,8% και 37,3% αντίστοιχα.
* Το 47,4% του ιατρικού προσωπικού της Περιφέρειας δηλώνει ότι οι υπάρχουσες δημόσιες δομές υγείας καλύπτουν τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού.
Υπάρχουν ωστόσο σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των νομών όπου οι θετικές απαντήσεις είναι σχετικά υψηλές στη Λάρισα (61,1%) και στην Καρδίτσα (53,3%), ενώ αντίθετη εικόνα υπάρχει στους νομούς Μαγνησίας (33,9%) και Τρικάλων (32,2%).
Πολύ διαφορετικές είναι επίσης οι τοποθετήσεις μεταξύ ανδρών (54,3%) και γυναικών (28,8%) και μεταξύ των γιατρών του δημοσίου (59,6%) και του ιδιωτικού τομέα (42,9%).
* Στην ερώτηση για το αν οι συνολικές δομές υγείας συμπεριλαμβανομένου και του ιδιωτικού τομέα καλύπτουν τις ανάγκες της περιοχής, οι θετικές απαντήσεις βρίσκονται στο 74,2% του συνόλου των ερωτώμενων.
Και σ’ αυτή την ερώτηση, στο νομό Λάρισας τα ποσοστά είναι πιο υψηλά (80,5%), δεν εμφανίζουν όμως πολύ σημαντικές διαφοροποιήσεις τόσο στους υπόλοιπους νομούς, όσο και στις δημογραφικές ομάδες του ιατρικού προσωπικού.
Υπάρχει λοιπόν μια σχετική ομοφωνία, η οποία υποδηλώνει και τη χρησιμότητα που μπορεί να έχει η ένταξη των ιδιωτικών δομών υγείας στο συνολικό υγειονομικό δίκτυο.
* Περίπου οι μισοί ασθενείς (46,4%) επιλέγουν κάποια στιγμή να επισκεφθούν μονάδες υγείας εκτός της Περιφέρειας. Και σε αυτή την ερώτηση παρατηρούνται διαφοροποιήσεις μεταξύ των τεσσάρων νομών, με το μεγαλύτερο ποσοστό μετακίνησης να σημειώνεται στους νομούς Μαγνησίας και Καρδίτσας.
Οι λόγοι που σχετίζονται με την επιλογή εκ μέρους των ασθενών, να μετακινηθούν κυρίως προς τις μονάδες υγείας των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας (Αθήνα – Θεσσαλονίκη) εστιάζονται σύμφωνα πάντα με τους γιατρούς στην έλλειψη εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού (52,6%), στην έλλειψη κλινικών (35,7%), αλλά και τη διαμορφωμένη αντίληψη του χρήστη υπηρεσιών υγείας ότι στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη μπορούν να λάβουν υψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες υγείας.
* Οι ίδιοι οι γιατροί προωθούν ασθενείς για νοσηλεία σε νοσοκομειακές μονάδες εκτός της Περιφέρειας σε μικρό ποσοστό 13,4% και για λόγους που σχετίζονται με την έλλειψη εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού.
* Καθολική (91,8%) είναι η απαίτηση του ιατρικού κόσμου για άμεση αναδιάρθρωση του συστήματος και των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
Η αναδιάρθρωση θα πρέπει να στηρίζεται στη:
i) Αύξηση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού
ii) Αύξηση της χρηματοδότησης των μονάδων υγείας
iii) Ελεύθερη επιλογή γιατρών
iv) Ενίσχυση και τον επανασχεδιασμό της πρωτοβάθμιας περίθαλψης
ενώ επιπλέον:
- σε ποσοστό 76,8% οι γιατροί της περιφέρειας προκρίνουν τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
- σε ποσοστό 94,8% ζητούν την αξιολόγηση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού,
- ενώ θεωρούν σε ποσοστό 59,8% ότι για την καλύτερη λειτουργία του συστήματος δεν είναι απαραίτητο να πληρώνουν οι ασφαλισμένοι επιπλέον της συμμετοχής τους στα ασφαλιστικά ταμεία.
* Η λειτουργία του ΕΟΠΥΥ σε αυτή την πρώτη φάση κρίνεται αρνητικά από το 70,6% του συνόλου, με τα αρνητικά ποσοστά να είναι ακόμη υψηλότερα μεταξύ των γιατρών της Μαγνησίας (76,2%) και των ιδιωτών (75,4%), καθώς σε ποσοστό 58,8% οι γιατροί εκτιμούν ότι η λειτουργία του Οργανισμού δεν εξασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων των ασφαλισμένων στο σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας, δεν εξυπηρετεί επομένως τον πρωταρχικό του στόχο για τον οποίο δημιουργήθηκε.
* Αντίθετα η μεγάλη πλειοψηφία του ιατρικού κόσμου (81,9%) κρίνει θετικά την εφαρμογή του μέτρου της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, ενώ διχασμένη εμφανίζεται όσον αφορά το ζήτημα της ασφάλειας των γενόσημων φαρμάκων.
ΤΙ ΕΙΣΗΓΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
Οι προτάσεις που κατέθεσαν δε, συνοψίζονται στις ακόλουθες:
1. Ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, η οποία κατά δήλωση των περισσότερων υπολειτουργεί και σε καμία περίπτωση δεν επιτελεί τους σκοπούς της.
2. Αποσυμφόρηση των νοσοκομείων και πλήρωσή τους με την ανάπτυξη και λειτουργία των Κέντρων Υγείας Αστικού Τύπου.
3. Εξορθολογισμός της κατανομής του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.
4. Τακτικός έλεγχος και αξιολόγηση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.
Όσον αφορά δε στη λειτουργία εξειδικευμένων κλινικών για την κάλυψη των αναγκών του τοπικού πληθυσμού προκύπτει η ανάγκη για:
* Επέκταση και αναβάθμιση των χειρουργικών κλινικών στα νοσοκομεία όλης της Περιφέρειας
* Ενίσχυση των καρδιολογικών κλινικών στην Καρδίτσα και τα Τρίκαλα
* Ενίσχυση της Ογκολογικής κλινικής στη Λάρισα
* Νευρολογική και Νευροχειρουργική κλινική στο Νοσοκομείο Καρδίτσας
* Δημιουργία κέντρου πόνου.
Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιατρικής περίθαλψης και των υπηρεσιών που παρέχονται έχουν και οι προτιμήσεις των ίδιων των ασθενών όπως αυτές εκφράζονται από τη ζήτηση για υπηρεσίες υγείας. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών (65%) οι οποίοι απευθύνονται στα νοσοκομεία αναζητώντας φροντίδα υγείας πάσχει από ήπιες ασθένειες και τραύματα τα οποία θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν από άλλες μονάδες υγείας χαμηλότερης βαθμίδας. Το γεγονός αυτό, προκαλεί συμφόρηση σε υπηρεσίες .Οι αιτίες αυτής της συμπεριφοράς εντοπίζονται στο γεγονός ότι οι ασθενείς νιώθουν ότι δεν έχουν κάποια εναλλακτική λύση να απευθυνθούν ή η ζήτηση αυτή εκφράζεται σε ώρες όπου οι υπόλοιπες δομές δεν είναι διαθέσιμες. Ενώ διαχρονικό αίτημα των ασθενών αποτελεί ο μικρότερος χρόνος αναμονής, οι ποιοτικότερες και αποτελεσματικότερες υπηρεσίες υγείας και η πρόσβαση σε υπηρεσίες τελευταίας τεχνολογίας.
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Όπως επισημαίνεται στο πλαίσιο της έρευνας το παρόν σύστημα υγείας πρέπει άμεσα να εξορθολογιστεί προς την κατεύθυνση της κάλυψης των πραγματικών αναγκών του τοπικού πληθυσμού.
Οι στόχοι που θα τεθούν δεν πρέπει να είναι μαξιμαλιστικοί αλλά στη λογική του οικονομικού ρεαλισμού που απαιτεί η εποχή μας, άμεσοι, μετρήσιμοι και προσαρμοσμένοι στις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού.
Στα πλαίσια αυτά η Περιφέρεια Θεσσαλίας πρέπει:
Να συνεργαστεί στενά και σε σταθερή βάση με το υγειονομικό προσωπικό της περιοχής έτσι ώστε:
* Να αναδείξει τη σημασία της πρωτοβάθμιας περίθαλψης
Αν δεν τεθούν οι βάσεις για ένα αξιόπιστο και λειτουργικό σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης δεν μπορούμε να συζητάμε για καμία είδους αναδιάρθρωση στον χώρο της υγείας
* Να επικοινωνήσει στον γενικό πληθυσμό την ανάγκη για άμεσο εξορθολογισμό της κατανομής των υγειονομικών πόρων.
Θα πρέπει πάνω απ όλα να πεισθούν οι πολίτες για την αναγκαιότητα της αναδιάρθρωσης. Η συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού στην προσπάθεια ανασυγκρότησης των υπηρεσιών υγείας είναι επιβεβλημένη και απαραίτητη.
Η αναδιάρθρωση πρέπει να συνοδεύεται από αλλαγή νοοτροπίας του χρήστη υπηρεσιών υγείας. Μόνο σε αυτή την περίπτωση μπορεί να έχει θετικά και άμεσα αποτελέσματα.


Πηγή:thessalianews.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
back to top